Οριστικό τέλος στις συκοφαντίες για την Αρχαία Ελίκη από την Ελληνική Δικαιοσύνη

Το ΔΣ της Εταιρείας Φίλων της Αρχαίας Ελίκης ανακοινώνει με ικανοποίηση την τελεσίδικη Απόφαση της Ελληνικής Δικαιοσύνης με την οποία δικαιώνονται για το ερευνητικό έργο στην Αρχαία Ελίκη η Εταιρεία και προσωπικά η Πρόεδρός της Αρχαιολόγος Ντόρα Κατσωνοπούλου, μετά από παρέλευση 15 ετών. Συγκεκριμένα, η Δικαιοσύνη που αντιμετώπισε ένα πρωτοφανές ζήτημα συκοφαντικής δυσφήμισης στα αρχαιολογικά χρονικά, έκρινε και στους δύο βαθμούς (Πρωτοδικείο και Εφετείο Αθηνών) ότι οι αναφορές του Αρχαιολόγου και πρώην Προϊσταμένου της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αχαΐας Μ. Πετρόπουλου στο ανασκαφικό έργο για την Αρχαία Ελίκη, σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε το 2006 από το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων του Υπουργείου Πολιτισμού, υπήρξαν ψευδείς και συκοφαντικές και έπληξαν την τιμή και την υπόληψη της Προέδρου της Εταιρείας, προξενώντας της ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να καταβάλει αποζημίωση με το νόμιμο τόκο και να δημοσιεύσει περίληψη της Απόφασης του Εφετείου Αθηνών στο Αρχαιολογικό Δελτίο του Υπουργείου Πολιτισμού με απειλή χρηματικής ποινής εις βάρος του.

Σύμφωνα με την περίληψη που απέστειλε ο κ. Πετρόπουλος προς δημοσίευση στο Αρχαιολογικό Δελτίο του Υπουργείου Πολιτισμού, σε εκτέλεση σχετικής διάταξης της Απόφασης του Εφετείου Αθηνών, οι αναφορές του που κρίθηκαν από το Δικαστήριο ως ψευδείς και συκοφαντικές, διότι δεν αποδείχθηκαν, ούτε υποστηρίζονται από το αποδεικτικό υλικό, ήταν οι ακόλουθες:

Α. - ότι η Εταιρεία των Φίλων της Αρχαίας Ελίκης και η κ. Κατσωνοπούλου ως Πρόεδρος αυτής προέβη σε διάφορες ενέργειες, όπως Δελτία Τύπου, διοχέτευση παραπληροφοριών στους  βουλευτές του νομού, στους Προέδρους των γύρω Κοινοτήτων, στους ιδιοκτήτες των ακινήτων όπου εντοπίσθηκε το μυκηναϊκό νεκροταφείο (σ.σ. Νικολαιίκων), σχετικά με τους έχοντες δικαίωμα ανασκαφής. Το Δικαστήριο έκρινε ότι τα ανωτέρω ψευδή, τα οποία αναφέρθηκαν στο άρθρο εν γνώσει της αναλήθειας έπληξαν την τιμή και την υπόληψη της κ. Κατσωνοπούλου ως προσώπου και ως επιστήμονα απέναντι σε τρίτους και μάλιστα φορείς με πολιτική εξουσία,

Β. - ότι από το 1993 έως τον Οκτώβρη του 1995 που ξεκίνησε από τον κ. Πετρόπουλο η σωστική ανασκαφή του νεκροταφείου, η κ. Κατσωνοπούλου δεν ζήτησε άδεια ανασκαφής και άφησε τον τάφο έρμαιο στα χέρια των αρχαιοκαπήλων. Το Δικαστήριο έκρινε ότι οι αναφορές αυτές είναι και συκοφαντικές και προσβλητικές, καθόσον ούτε παράνομη ανασκαφική δραστηριότητα της κ. Κατσωνοπούλου  αποδείχθηκε, ούτε η έλλειψη αιτήματος άδειας ανασκαφής εκ μέρους της για προγενέστερο διάστημα (1993-1995) μπορεί με οποιοδήποτε τρόπο να συνδεθεί με δράση αρχαιοκαπήλων, όπως ευθέως υπονοεί ο εναγόμενος στο άρθρο του, πόσω μάλλον καθώς ούτε σε συγκεκριμένα περιστατικά αναφέρθηκε, ούτε σχετικά αποδεικτικά στοιχεία προσκόμισε. Με τον τρόπο μάλιστα που αναφέρθηκαν τα ανωτέρω ψευδή, προσέβαλαν την τιμή, την υπόληψη της κ. Κατσωνοπούλου ως προσώπου αλλά και ως αρχαιολόγου και ελληνίδας, παρουσιάζοντάς την χωρίς στοιχεία ως σχετιζόμενη με την ιδιαίτερη κατηγορία παραβατών του νόμου, των αρχαιοκαπήλων,

Γ. - ότι επειδή η κ. Κατσωνοπούλου δεν είχε από το Νόμο προβλεπόμενη ανασκαφική εμπειρία, η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών (ΑΣΚΣ) όρισε τον αρχαιολόγο E. Brullotte. Το Δικαστήριο έκρινε ότι οι ισχυρισμοί είναι ψευδείς, περιελήφθησαν στο δημοσίευμα εν γνώσει του κ. Πετρόπουλου περί της αναλήθειας αυτών και περιήλθαν με τον τρόπο αυτό σε γνώση τρίτων και μάλιστα επιστημόνων του ίδιου τομέα δραστηριότητας της κ. Κατσωνοπούλου, προσβάλλοντας έτσι την τιμή και την υπόληψή της ως ανθρώπου και επιστήμονα, αφού ο τρίτος, ο οποίος λάμβανε γνώση πληροφορείτο ότι υπολείπετο στα επιστημονικά προσόντα και ήταν ανεπαρκής ως αρχαιολόγος να διενεργήσει ανασκαφές, πλήττοντας έτσι και την επαγγελματική της φήμη,

Δ. - ότι οι ισχυρισμοί εκ μέρους του κ. Πετρόπουλου ότι τα ανωτέρω λεχθέντα ήταν αναφορές και κρίσεις για το επιστημονικό έργο της ενάγουσας και ότι η δημοσίευση του 2006 έγινε εν αγνοία του, αποδείχθηκε από τα παρατεθέντα στοιχεία ότι είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Αυτοί οι ψευδείς ισχυρισμοί, των οποίων έλαβαν γνώση οι τρίτοι, αναγνώστες του βιβλίου – τόμου που εκδόθηκε από το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων του Υπουργείου Πολιτισμού το 2006, εμπίπτουν στη νομοτυπική μορφή του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμισης εξαιτίας της οποίας υπήρξε προσβολή της τιμής, της υπόληψης, αξιοπρέπειας, του επιστημονικού κύρους της κ. Κατσωνοπούλου από την οποία δοκίμασε στενοχώρια και υπέστη ηθική βλάβη.

 

Για την ενημέρωση των φίλων και των συμπολιτών μας που παρακολουθούν τα τελευταία χρόνια με απορία και απογοήτευση την στασιμότητα στο ανασκαφικό έργο και μας ρωτούν, σημειώνουμε ότι η υιοθέτηση και άκριτη αναπαραγωγή για δύο σχεδόν δεκαετίες των δημοσιευμένων συκοφαντικών αναφορών του κ. Μ. Πετρόπουλου επηρέασαν αρνητικά τις αποφάσεις για την συνέχιση του ερευνητικού έργου. Ο καθένας μπορεί να φανταστεί πόσα άλλα ευρήματα από την Αρχαία Ελίκη θα είχαν έρθει στο φως εάν η ερευνητική ομάδα της Αρχαίας Ελίκης (Πανεπιστήμιο Πατρών και ΕΦΑΕΛ) συνέχιζε το επιτυχημένο γεωαρχαιολογικό/ανασκαφικό έργο της τα τελευταία δέκα χρόνια. Στο ίδιο διάστημα, με τις απαραίτητες μελέτες και εργασίες ανάδειξης, η Αιγιάλεια θα διέθετε σήμερα έναν επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο διεθνούς εμβέλειας και ενδιαφέροντος. Το έργο της Ντόρας Κατσωνοπούλου και της ερευνητικής ομάδας έχει αποτελέσει θέμα επιστημονικών ντοκυμαντέρ μεγάλων διεθνών τηλεοπτικών μέσων προσελκύοντας το διεθνές ενδιαφέρον - BBC, Discovery Channel, History Channel, ZDF -, και η αναιτιολόγητη διακοπή του από το 2013 έχει σε μεγάλο βαθμό στερήσει από την περιοχή της Αιγιάλειας και ευρύτερα της Αχαΐας οικονομική και πολιτιστική αναβάθμιση.

Με δεδομένα τα αποτελέσματα των τριών Ελέγχων της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας του κράτους κατά τα έτη 2016, 2018 και 2020 που κατέδειξαν την μη νόμιμη διακοπή του ανασκαφικού έργου στην Αρχαία Ελίκη και την συνεχιζόμενη αδράνεια εκ μέρους του ελεγχόμενου Υπουργείου Πολιτισμού, τον λόγο για την συνέχιση των ανασκαφών έχει πλέον η Ελληνική Δικαιοσύνη, στην οποία η Εταιρεία μας έχει προσφύγει με βάση την εκ 200 σελίδων λεπτομερή Γ’ Έκθεση Ελέγχου της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, που κατατέθηκε στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών τον Ιούλιο 2021.

 

Από το ΔΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου